Select Page

Γράψε λάθος

 Από τον καθηγητή Λόγιο Λεξιλόγιο

Πώς να αποφεύγουμε τα πιο κοινά λάθη

όταν μιλάμε και γράφουμε τη γλώσσα μας.


Ποιος είναι ο Καθηγητής Λόγιος Λεξιλόγιος;

Πολλοί τον θυμάστε από την τηλεόραση. Εμφανίζόταν εδώ και κάμποσα χρόνια στην εκπομπή ΟΥΡΑΝΙΟ ΤΟΞΟ, που όλοι γνωρίζετε. Αλλά η τηλεόραση δεν του άρεσε τόσο πολύ όσο τα βιβλία του. Τα βιβλία του και, κυρίως, τα λεξικά του.

Έχει πολλά λεξικά, αραδιασμένα στα ράφια των βιβλιοθηκών του. Γιατί στο σπίτι του δεν έχει μόνο μία βιβλιοθήκη. Κάθε τοίχος του είναι γεμάτος ράφια, από πάνω ως κάτω.

Κι εκεί περνάει τις περισσότερες ώρες του ο καθηγητής μας, αλλιώς, τι σόι καθηγητής θα ’τανε!

Από το πρωί στις 5 και μισή που ξυπνάει και πίνει το γάλα του, ως το βράδυ στις 9 που πίνει το τίλιο του πριν κοιμηθεί, όλη μέρα μελετάει. Πού τον χάνεις, πού τον βρίσκεις, όλο και πάνω από ένα βιβλίο είναι σκυμμένος. Από την πολλή μελέτη όμως και το κουραστικό διάβασμα, τα μάτια του έχουν αδυνατίσει. Γι’ αυτό κι είναι αναγκασμένος να φορά ένα ζευγάρι χοντρά γυαλιά. Μικρό το κακό, όμως, μπροστά στη γνώση και τη σοφία που ο καλός καθηγητής έχει αποκτήσει όλα τα χρόνια της μελέτης του!

Μεγάλη του αγάπη και πάθος είναι η γλώσσα μας. Η γλώσσα μας η ελληνική. Και νευριάζει πολύ -μα πάρα πολύ- όταν ακούει κάποιον να τη μιλά λάθος. Νευριάζει ακόμη περισσότερο όταν βλέπει να τη γράφουμε ανορθόγραφα!

Γι’ αυτό, άλλωστε, από την εκπομπή ΟΥΡΑΝΙΟ ΤΟΞΟ έκανε κάθε βδομάδα μαθήματα για να μάθουμε επιτέλους (όχι μόνον εσείς οι μικροί αλλά κι εμείς οι μεγάλοι -που κάνουμε ακόμα περισσότερα λάθη) να μιλάμε και να γράφουμε σωστά ελληνικά!

Σ’ αυτόν τον ιστότοπο ο καθηγητής Λόγιος Λεξιλόγιος μας μιλάει για τα πιο συνηθισμένα λάθη που κάνουμε όταν μιλάμε ή γράφουμε, έτσι ώστε να μην τα επαναλάβουμε.

Σεπτέμβριος και όχι Σεμτέβριος

Ο Σεπτέμβριος είναι ο ένατος μήνας του χρόνου και ο πρώτος του φθινοπώρου. Το όνομά του προέρχεται από τη λατινική λέξη septem (προφέρεται «σέπτεμ») που σημαίνει «επτά», γιατί ήταν ο έβδομος μήνας του ρωμαϊκού ημερολογίου, το οποίο –για κάποιο λόγο που δεν κατάλαβα ποτέ!- ξεκινούσε με το Μάρτιο!

Πολλοί κάνουν το λάθος, στην καθημερινή τους ομιλία, και προφέρουν το μήνα αντί του σωστού ΣεΠτέ -μβριο, ΣεΜτέ -μβριο ή ΣεΜτέ –βριο!

Πού το βρίσκουν αυτό το Μ δεν καταλαβαίνω. Μπορεί να το παίρνουν από την αρχική του θέση, πριν το Β και να το βάζουν στη θέση του Π, δεν ξέρω.

Εγώ σας επαναλαμβάνω ότι ο μήνας είναι ΣεΠτέ -μβριος και όχι ΣεΜτέ –μβριος και φυσικά, σε καμιά περίπτωση ΣεΜτέ –βριος!

Και μπορείτε να το θυμάστε αυτό, αν ξέρετε από πού προήρθε η ονομασία του: Από το sePTem από το εΠΤά, δηλαδή, ώστε να το προφέρετε πάντα σωστά!

Οκτώβριος και όχι Οκτώμβριος

Στο πρώτο μας μάθημα, σας είχα μιλήσει για τον μήνα Σεπτέμβριο. Φαίνεται, όμως, πως ο μήνας αυτός δεν είναι ο μοναδικός που υποφέρει στα στόματά μας. Υπάρχει και ένας άλλος μήνας που, κατά κανόνα, πολλοί τον προφέρουν λάθος. Αυτός δεν είναι άλλος από τον Οκτώβριο!. Μάλιστα, τον Οκτώβριο!

Ο Οκτώβριος είναι ο δέκατος μήνας του χρόνου και ο δεύτερος του φθινοπώρου, όπως, άλλωστε όλοι μας πολύ καλά γνωρίζουμε.

Πολλοί, λοιπόν, αντί να τον λένε όπως είναι το σωστό Οκτώ –βριο, κοτσάρουν κι ένα Μ μετά το ω και τον λένε Οκτώ –μβριο!!!

Ακούς εκεί, Οκτώμβριο!

Βέβαια έχουν ένα μικρό δίκιο, γιατί παρασύρονται από τις ονομασίες των άλλων μηνών: Σεπτέ –μβριος, Νοέ –μβριος, Δεκέ –μβριος!

Αλλά δεν πρέπει να παρασύρονται! Ο Οκτώβριος, που προέρχεται πάλι από την λατινική ονομασία October, δηλαδή ο όγδοος μήνας, από το λατινικό οcto δηλαδή οκτώ, είναι Ο ΜΟΝΟΣ ΜΗΝΑΣ ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΧΕΙ Μ!

Μην το ξεχνάτε αυτό ποτέ. Το σωστό είναι Οκτώ –βριος, χωρίς Μ!

Οκτώ –βριος και όχι Οκτώ –μβριος.

Μεγέθυνση και όχι μεγένθυση

 Όταν πάμε στο φωτογραφείο της γειτονιάς μας για να δώσουμε μια φωτογραφία που μας αρέσει ιδιαίτερα να μας τη μεγαλώσουνε για να την βάλουμε σε μια κορνίζα και να την καμαρώνουμε, τι ζητάμε σας παρακαλώ πάρα πολύ από τον φωτογράφο;

Να μας κάνει τι;

Μια μεγέθυνση!  Σωστά!

Πολλοί άνθρωποι, όμως, κάνουν λάθος στη προφορά της λέξης κι αντί να ζητήσουν μεγέ –θυνση ζητάνε μεγέ –νθυση!

Τι κάνουν δηλαδή; Παίρνουν το Ν από τη σωστή του θέση που είναι πριν από το Σ και το κοτσάρουν –έτσι, επειδή τους κάπνισε- πριν από το Θ!

Από πού κι ως πού, σας ρωτώ! Από πού κι ως πού!

Η μεγέθυνση (το μεγάλωμα δηλαδή) προέρχεται, όπως έχετε όλοι καταλάβει, από τη λέξη μέγε –θος. Γι αυτό και λέμε μεγέ –θυνση!

Σας ρωτώ μήπως λέμε μέγε –νθος για να είναι μεγέ –νθυση; Όχι, βέβαια!

Εγώ, αν ήμουν φωτογράφος κι ερχόταν κάποιος να μου ζητήσει μια μεγένθυση θα τον πετούσα έξω με τις κλωτσιές! Ακούς εκεί μεγέ -νθυση!

Λοιπόν, για να ξεμπερδεύουμε και δε θα σας το ξαναπώ!

Η σωστή λέξη είναι μεγέθυνση. Να το θυμάστε από το «μέγεθος»!

Το καλύτερο και όχι το πιο καλύτερο

Σήμερα θα σας μιλήσω για κάτι που με ενοχλεί πάρα πολύ. Για να πούμε βέβαια και του στραβού το δίκιο, πολλά πράγματα μ’ ενοχλούν πάρα πολύ, αλλά αυτό δεν είναι το θέμα μας τώρα.

Λοιπόν, ακούω πολλούς ανθρώπους να τσαμπουνάνε -έτσι χωρίς να το σκέφτονται- «πιο γρηγορότερος», «πιο δυνατότερος», «πιο ομορφότερη» κι άλλες τέτοιες αηδίες!

Με συγχωρείτε αλλά αυτά δεν είναι ελληνικά, είναι αλαμπουρνέζικα!

Η λέξη «πιο» είναι ένα επίρρημα που σημαίνει «περισσότερο» και το χρησιμοποιούμε για να σχηματίσουμε το συγκριτικό βαθμό των επιθέτων.

Πώς τη χρησιμοποιούμε αυτή τη λέξη;

Αν θέλουμε να πούμε ότι ο Χρήστος τρέχει πιο γρήγορα από τον Κώστα, λέμε: «ο Χρήστος είναι πιο γρήγορος από τον Κώστα».

Μπορούμε να πούμε ακόμα:

«ο Χρήστος είναι γρηγορότερος από τον Κώστα».

Αλλά ποτέ δεν μπορούμε να πούμε: «ο Χρήστος είναι πιο γρηγορότερος από τον Κώστα»!

Ή «πιο γρήγορος» ή «γρηγορότερος». Ή «πιο δυνατός» ή «δυνατότερος», ή «ομορφότερη» ή «πιο όμορφη». Ποτέ και τα δυο μαζί.

Και να σας εξηγήσω γιατί: «γρηγορότερος» σημαίνει «πιο γρήγορος». «Πιο γρηγορότερος» θα σήμαινε «πιο πιο γρήγορος»!

Και σας ρωτάω, είναι ανάγκη να επαναλαμβάνουμε τις λέξεις;

Εσείς λέτε ποτέ στη μαμά σας Καλημέρα μέρα, ή θέλω γάλα γάλα; Ή Τώρα φεύγω φεύγω; Όχι βέβαια.

Γι’ αυτό είμαι βέβαιος ότι από δω και μπρος δε θα ξανακάνετε λάθος και δε θα πείτε ποτέ, μα ποτέ, «ο πιο γρηγορότερος» αλλά το σωστό «πιο γρήγορος» ή απλά «γρηγορότερος»!

Τα αριθμητικά Α’

Στο σημερινό μάθημε θα σας κάνω μια έκπληξη. Δε θα μιλήσουμε για γράμματα και λέξεις, αλλά για αριθμούς. Όχι, δε θα κάνουμε αριθμητική, αριθμητική δεν ξέρω καθόλου, αλλά θα σας πω ορισμένα πράγματα που πρέπει να ξέρετε για τους αριθμούς, όχι για να κάνετε πράξεις, αλλά για να μιλάτε σωστά.

Λοιπόν, έχουμε και λέμε: ας δούμε πρώτα-πρώτα τους αριθμούς από το ένα ως το δέκα.

  1

  2

  3

  4

  5

  6

  7

  8

  9

10

Κοιτάξτε τώρα τι γίνεται.

Ορισμένοι αριθμοί έχουν γένη (αρσενικό, θηλυκό, ουδέτερο),

όπως το 1 (ένας άνδρας, μία γυναίκα, ένα παιδί),

το 3 (τρεις άντρες, τρεις γυναίκες, τρία παιδιά)

και το 4 (τέσσερις άντρες, τέσσερις γυναίκες, τέσσερα παιδιά).

Οι τρεις αυτοί αριθμοί (1,3,4) έχουν και πτώσεις (ονομαστική, γενική, αιτιατική).

Λέμε λοιπόν:

Ο ένας άντρας, του ενός άντρα, τον έναν άντρα!

Η μια γυναίκα, της μιας γυναίκας, την μια γυναίκα.

Το ένα παιδί, του ενός παιδιού, το ένα παιδί.

Οι υπόλοιποι αριθμοί: 2,5,6,7,8,9,10, προφέρονται πάντα με τον ίδιο τρόπο, ανεξάρτητα από το γένος, (αρσενικό, θηλυκό, ουδέτερο) ή την πτώση (ονομαστική, γενική, αιτιατική). Έτσι, λέμε:

δύο άντρες, δύο γυναίκες και δυο παιδιά,

δύο αντρών δύο γυναικών και δύο παιδιών,

πέντε άντρες, πέντε γυναίκες και πέντε παιδιά,

πέντε αντρών, πέντε γυναικών και πέντε παιδιών…

και πάει λέγοντας!

Προσέξτε τώρα. Δεν κλίνονται μονάχα το ένα, το τρία και το τέσσερα, αλλά και το δεκατρία, το δεκατέσσερα, το είκοσι ένα, το είκοσι τρία, το είκοσι τέσσερα, το τριάντα ένα, το τριάντα τρία κλπ κλπ κλπ.

Λέμε λοιπόν:

των είκοσι ενός αντρών, αλλά των είκοσι μιας γυναικών.

Λέμε ακόμα:

τηλεόραση είκοσι μιας ιντσών και όχι είκοσι ένα ιντσών ή είκοσι ενός ιντσών!

Ανακεφαλαίωση γιατί σας μπέρδεψα.

Είναι πανεύκολο να κλίνουμε σωστά τους αριθμούς, αν ξέρουμε το γένος. Αρσενικό: ένας, ενός, έναν.

Θηλυκό: Μία, μίας, μία.

Ουδέτερο: ένα, ενός, ένα.

Τα αριθμητικά Β’

Στο προηγούμενο μάθημα, άρχισα να σας μιλάω για τους αριθμούς.  Το ξέρω ότι μπορεί να σας μπέρδεψα λιγουλάκι, αλλά είμαι βέβαιος ότι με την επανάληψη όλο και κάτι θα μείνει στο τέλος.

Θυμάστε λοιπόν ότι είπαμε πως οι τρεις αριθμοί ένα, τρία και τέσσερα (και όλοι όσοι προέρχονται από αυτούς, δεκατρία, δεκατέσσερα, είκοσι ένα, είκοσι δύο κλπ κλπ, κλίνονται: έχουν γένος δηλαδή και πτώσεις.

Λέμε, λοιπόν: είμαι τεσσάρων ετών. Ή είμαι πενήντα τεσσάρων ετών.

Τι γίνεται όμως αν είμαι μεταξύ τεσσάρων και πέντε; Πολλοί κάνουν το λάθος και λένε είμαι τεσσερισήμισι ετών. Λάθος!!!

Γιατί δεν προσέχουν το γένος, αν είναι η λέξη, δηλαδή θηλυκό ή αρσενικό ή ουδέτερο.

Για να μιλάτε σωστά θα σας πω το κόλπο. Αμέσως μόλις πρέπει να πούμε έναν τέτοιο αριθμό, σκεφτόμαστε πώς είναι στην ονομαστική.

Τέσσερα έτη, τεσσεράμισι έτη, άρα είμαι τεσσεράμισι ετών. Όχι τεσσερισήμισι ετών!

Αλλά: Τέσσερις μήνες, τεσσερισήμισι μήνες, άρα το μωρό είναι μόλις τεσσερισήμισι μηνών! Όχι τεσσεράμισι μηνών!

Είναι εύκολο ή όχι; Πείτε μου!

Και επί τη ευκαιρία, πριν το ξεχάσω: Δε λέμε ποτέ στις μία η ώρα.

Γιατί; Τι θα πει γιατί;

Γιατί η μία είναι μία δεν είναι πολλές, άρα χρησιμοποιούμε τον ενικό αριθμό. Στη μία η ώρα, ακριβώς!

Αμείβω και αλείφω αλλά αμοιβή και αλοιφή

Θέλω να ξεδιαλύνω μια παρεξήγηση που κάνουν πολλοί από μας και που, εμένα, προσωπικά, μ’ ενοχλεί πάρα πολύ. Όπως, άλλωστε, μ’ ενοχλούν κι όλα τα λάθη που ακούω και βλέπω να κάνουν οι άνθρωποι, όταν μιλούν ελληνικά.

Λοιπόν, έχουμε και λέμε:

αλείφω πάνω σε μια φέτα ψωμί λίγο βούτυρο. Αλείφω με –ει και όχι με –οι, όπως γράφεται η αλοιφή!

Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και με δυο παρόμοιες λέξεις. Αμοιβή και αμείβω.

Αλοιφή και αμοιβή με ΟΙ.

Αλείφω και αμείβω με ΕΙ.

Αυτό συμβαίνει… συμβαίνει… Δεν έχει σημασία γιατί συμβαίνει, η γλώσσα μας έχει και μερικές παραξενιές, αλλά αν δεν τις μάθουμε εμείς που είμαστε έλληνες, ποιος περιμένετε να τις μάθει, οι ξένοι;

Την Πέμπτη και όχι τη Πέμπτη

Θα σας μιλήσω τώρα για το θηλυκό άρθρο «η» και μάλιστα για την αιτιατική του  «την». Πότε λέμε ή γράφουμε «την» και πότε λέμε ή γράφουμε «τη».

Λέμε, λοιπόν:

τη Δευτέρα, αλλά λέμε:

την Τετάρτη, ή την Πέμπτη.

Θα σας πω έναν εύκολο κανόνα για να ξέρετε πότε βάζουμε το «ν» στο τέλος και πότε όχι.

Λοιπόν, το «ν» το βάζουμε όταν η επόμενη λέξη αρχίζει από:

φωνήεν, π, τ, κ, ξ και ψ.

Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις δεν βάζουμε «ν», αλλά λέμε και προφέρουμε «τη».

Μπορείτε να το μάθετε και σαν ποίημα:

 

Πριν από φωνήεν «ν».,

πριν το Τ και πριν το Π,

πριν το Κ επίσης «ν»!

Τέλος, βάζουμε το «ν».,

πριν το Ψ και πριν το Ξ!

 

Λέμε, λοιπόν: την άρρωστη, την Τετάρτη, την Πέμπτη, την Κυριακή, την Ψεύτρα, την Ξυπόλητη.

Και ποτέ: τη άρρωστη, τη Τετάρτη, τη Πέμπτη, τη Κυριακή, τη ψεύτρα, τη ξυπόλητη.


Επίτρεψέ μου και όχι επέτρεψέ μου

Θα σας πω, τώρα, κάτι πολύ απλό.

Η προστακτική ΔΕΝ παίρνει αύξηση!

Θα μου πείτε, αφού είναι τόσο απλό, γιατί να σας το πω.

Θα σας το πω, γιατί όσο απλό κι αν είναι, πολλοί -για να μην πω όλοι- κάνουν ένα μεγάλο λάθος.

Ξέρετε, φυσικά, όλοι την προστακτική:

Φέρε μου, πήγαινε, κάθισε, σήκω.

Όταν όμως το ρήμα δεν είναι απλό αλλά σύνθετο, το πρώτο του συνθετικό, δηλαδή, είναι μια πρόθεση, όπως στο επι-τρέπω, ας πούμε, πώς είναι η προστακτική;

Είμαι σίγουρος ότι πολλοί από σας θα πουν επέτρεψε.

«Επέτρεψέ μου να σου πω κάτι». Λάθος. Μεγάλο λάθος.

Το σωστό είναι «επίτρεψέ μου να σου πω κάτι».

Γιατί η προστακτική δεν παίρνει αύξηση.

Αύξηση παίρνει ο παρατατικός και ο αόριστος:

«Το σχολείο πέρυσι μας επέτρεπε να μασάμε τσίχλα»,

«ο δάσκαλος μου επέτρεψε χτες να φύγω γιατί ήμουν αδιάθετος».

Αλλά όταν είναι προστακτική δεν είναι «επέτρεψε», αλλά «επίτρεψε».

Άλλα παραδείγματα:

Παράγγειλε, και όχι παρήγγειλε

αντίγραψε, όχι αντέγραψε

επίμενε και όχι επέμενε.

Ανέκαθεν και όχι από ανέκαθεν

Ακούω πολλούς ανθρώπους να λένε «από ανέκαθεν», εννοώντας από την πρώτη στιγμή, από πάντα, δηλαδή!

Αμ, έλα ντε που το λένε λάθος! Τι θα πει «από ανέκαθεν». «Ανέκαθεν» σκέτο φτάνει. Και θα σας πω γιατί:

Η λέξη «ανέκαθεν» είναι ένα επίρρημα που προέρχεται από τα αρχαία ελληνικά και σημαίνει «από πάντα». Αυτή η κατάληξη «–θεν» σημαίνει «από». Άρα, αν πούμε «από ανέκαθεν» είναι σα να λέμε «από από πάντα», δηλαδή να πούμε το «από» δύο φορές! Γίνονται αυτά τα πράγματα; Είναι περιττό να πούμε συγχρόνως και το «από» και το «-θεν», αφού σημαίνουν το ίδιο πράγμα!

Λοιπόν, βάλτε το καλά στο μυαλουδάκι σας. «Ανέκαθεν» σκέτο και ποτέ «από ανέκαθεν». Ανέκαθεν οι άνθρωποι έκαναν το ίδιο λάθος! Ανέκαθεν κι εγώ εκνευριζόμουν αφάνταστα.

 

Ανενημέρωτος και όχι ανημέρωτος

Ξέρετε, είναι πολύ σημαντικό να μιλάμε σωστά ελληνικά. Έλληνες είμαστε, έχουμε μια από τις πιο όμορφες γλώσσες στον κόσμο, δεν υπάρχει γλώσσα στην Ευρώπη που να μην έχει δανειστεί από τα ελληνικά χιλιάδες λέξεις, εμείς δώσαμε τα φώτα μας σ’ όλο τον κόσμο κι εμείς δεν μπορούμε πολλές φορές να μιλήσουμε σωστά ελληνικά. Αίσχος, ντροπή και όνειδος!

Ακούω πολλούς που λένε «αυτός είναι ανημέρωτος», εννοώντας προφανώς ότι αυτός «δεν έχει ενημερωθεί», «δεν έχει ειδοποιηθεί», είναι «ανενημέρωτος»!

Και όχι ανημέρωτος, που μπορεί να σημαίνει αυτός δεν έχει ημερωθεί, δεν έχει ημερέψει, είναι ακόμα άγριος!

Αυτό το ρημάδι το α- που μπαίνει μπροστά από τη λέξη για να δηλώσει το αντίθετο, λέγεται α- στερητικό. Λέμε:

γνωστός, ά-γνωστος.

Και αν η επόμενη λέξη αρχίζει από φωνήεν το α- γίνεται αν-

Άξιος, αν-άξιος!

Έτσι, λοιπόν, είναι

ενημερωμένος (αυτός που έχει ενημερωθεί) και αν-ενημέρωτος (αυτός που δεν έχει ενημερωθεί) και όχι, ποτέ, ανημέρωτος!

Τι πράγματα είναι αυτά!

Να! Μ’ αυτά και μ’ αυτά γίνομαι θεριό ανήμερο μα ποτέ ανενημέρωτο!

Ο επικεφαλής, του επικεφαλής και όχι του επικεφαλή

Ακούω πολλούς να λένε «ο επικεφαλής», «του επικεφαλή». Κλίνουν, δηλαδή, τη λέξη «επικεφαλής» σαν να ήταν επίθετο, ενώ στην πραγματικότητα είναι τι; Επίρρημα! Και το επίρρημα δεν κλίνεται! Μπορεί να σας ακούγεται παράξενο, αλλά έτσι είναι και θα σας εξηγήσω το γιατί αν έχετε υπομονή και καθίσετε μαζί μου για ένα λεπτό.

Λοιπόν, έχουμε και λέμε:

ο επικεφαλής

του επικεφαλής

τον επικεφαλής

 οι επικεφαλής

των επικεφαλής

τους επικεφαλής!

Αυτό ήταν και πάει, τελείωσε! Τι σημαίνει ο «επικεφαλής»; Αυτός που είναι «στη θέση της κεφαλής», του κεφαλιού, δηλαδή, της κορυφής, στην πρώτη θέση, στην κορυφή, στην αρχηγία. Αυτός που έχει αρχηγική θέση, ο αρχηγός!

Μην μπερδεύετε ποτέ αυτό το επίρρημα, με επίθετα που μοιάζουν στην κατάληξη, και κλίνονται, όπως ο αφελής, του αφελή, ή πιο σωστό του αφελούς, ο επιμελής, του επιμελή ή του επιμελούς και τα λοιπά. Το επικεφαλής είναι επίρρημα και δεν κλίνεται και αν θέλετε να ξέρετε είναι ακόμα πιο σωστό να το γράφουμε με δυο λέξεις κι όχι με μια.

Ο επί κεφαλής.

Θα αποταθώ και όχι θα αποτανθώ

Όταν πηγαίνω καμιά φορά στο ΙΚΑ, ακούω τους υπαλλήλους να λένε, «εγώ δεν είμαι αρμόδιος, να αποτανθείτε στο διπλανό γραφείο». Ή, «εγώ θα αποτανθώ στον διευθυντή».

Μεγάλο λάθος!!! Το ρήμα είναι από -τείνομαι, θα από -ταθώ και όχι θα από -τανθώ! Πού βρίσκουν αυτό το Ν μερικοί και το κοτσάρουν εκεί που δε χρειάζεται, δε μπορώ να το καταλάβω!

Και θα σας πω πώς να το θυμάστε. Το ρήμα «αποτείνομαι» είναι σύνθετο. Από την πρόταση «από» και το ρήμα «τείνω». «Σου από -τείνω το λόγο».

Υπάρχουν κι άλλα σύνθετα ρήματα με προθέσεις και το ρήμα τείνω. Προτείνω, παρατείνω, εκτείνω, επεκτείνω.

Εκεί δεν κάνουμε λάθος, νομίζω. Λέμε: «η ταινία θα προταθεί για Όσκαρ», «το διάλειμμα θα παραταθεί για ένα τέταρτο», «το δίκτυο του μετρό θα επεκταθεί».

Πείτε μου τώρα γιατί εκεί τα λέμε σωστά και δε λέμε «θα προτανθεί», «θα παρατανθεί|, «θα επεκτανθεί», αλλά λέμε αποτανθεί, θα αποτανθώ, να αποτανθείς;;;

Γιατί λάθος το μάθαμε και λάθος συνεχίζουμε να το λέμε χωρίς να βάλουμε το μυαλό μας να δουλέψει.

Λοιπόν, ποτέ δε λέμε να αποτανθείς, θα αποτανθώ, αλλά λέμε πάντα το σωστό πού είναι θα αποταθώ, να αποταθείς, να αποταθείτε, και ούτω καθεξής!

Ένα –λ ή δύο –λλ;

Ας μιλήσουμε λιγάκι για ορθογραφία. Υπάρχει ένα ρήμα, το «βάλλω» που μας έρχεται από τα Αρχαία Ελληνικά και στη δημοτική το συναντάμε σύνθετο με όλες σχεδόν τις προθέσεις:

Αμφι -βάλλω, ανα -βάλλω, από -βάλλω, εις -βάλλω, επι -βάλλω, μετα -βάλλω,  περι -βάλλω,  προ -βάλλω, συμ -βάλλω, υπερ -βάλλω, υπο -βάλλω κλπ κλπ.

Αυτό το ρήμα, λοιπόν, σε όλες του τις μορφές γράφεται με δύο –λ. Αλλά, υπάρχει και ένα αλλά, μάλιστα!

Όταν λέμε «ανέβαλα», πώς γράφεται; Με ένα ή με δύο –λ; «Ανέβαλα» ή «ανέβαλλα»;

Όταν λέμε στον μέλλοντα «θα υποβάλω», πώς γράφεται; Με ένα ή με δύο –λ;

«Θα υποβάλλω» ή «θα υποβάλω»; Εδώ σας θέλω!

Λοιπόν, θα σας πω ένα κόλπο για να μην τα μπερδεύουμε ποτέ και να ’μαστε πάντα σωστοί σ’ αυτά που γράφουμε.

Ο κανόνας είναι απλός: Στους στιγμιαίους χρόνους βάζουμε ένα–λ και στους εξακολουθητικούς δύο –λ.

Δηλαδή, «ανέβαλα χτες την επίσκεψή μου στο γιατρό γιατί είχα πολλά μαθήματα». (Χτες μονάχα– στιγμιαίος χρόνος) Ένα –λ!

Ενώ λέμε: «έπρεπε να τελειώσω την εργασία που μου έβαλε ο δάσκαλος, αλλά την τελευταία βδομάδα δεν είχα καθόλου όρεξη και συνεχώς την ανέβαλλα»! (την τελευταία βδομάδα – όλες τις μέρες – εξακολουθητικός χρόνος) Δύο –λ!

Ακόμα: «σήμερα το απόγευμα στο αμφιθέατρο του σχολείου θα προβάλουν (θα παίξουν) μια ταινία με τον Σαρλό»! Ένα –λ!

Ενώ: «την άλλη βδομάδα το Σινέ-Αίγλη θα προβάλλει (θα παίζει) τον Άρχοντα των Δαχτυλιδιών», κι επειδή δεν θα τον προβάλει μόνο μια φορά αλλά για μια βδομάδα ολόκληρη, θέλει δύο –λ!

Ένα –λ στους εξακολουθητικούς χρόνους, δύο –λ στους στιγμιαίους!

Τηλεφωνήστε και όχι τηλεφωνείστε

Βλέπω πολλές φορές σε διαφημίσεις σε περιοδικά ή σε αφίσες στους δρόμους κάτι χοντρά λάθη που βγάζουν μάτι! «Τηλεφωνείστε τώρα»! Με –ει! Αν είναι ποτέ δυνατόν! Η προστακτική του αορίστου, βοηθήστε, κρατήστε, προχωρήστε, αφήστε γράφεται με –η αν το ρήμα και στον αόριστο γράφεται με –η.

Δηλαδή, κράτησα, πώς γράφεται; Με –η! Άρα, «κρατήστε».

Τηλεφώνησα, με –η άρα «τηλεφωνήστε».

Πρέπει να προσέχουμε, βέβαια και να μην κοτσάρουμε αυτό το ρημάδι το –η παντού, γιατί είναι και τα ρήματα σε –ίζω που γράφονται με –ι, όπως:

κερδίζω, κέρδισα, άρα η προστακτική είναι –κερδίστε.

Καθαρίζω, καθάρισα, άρα καθαρίστε.

Αρχίζω, άρχισα, άρα αρχίστε!

Παίζοντας και όχι παίζωντας – πηδώντας και όχι πηδόντας

Όλο ακούω για μετοχές. Ανέβηκαν οι μετοχές, κατέβηκαν οι μετοχές. Τι με νοιάζει εμένα τι κάνουν οι μετοχές, μου λέτε; Εγώ το μόνο που θέλω από τις μετοχές είναι να τις γράφουμε σωστά. Όχι -ο εκεί που θέλει κι όχι εκεί που θέλει -ο! αυτό είναι!

Κι απορώ πώς μπορείτε να κάνετε τέτοια λάθη από τη στιγμή που είναι πανεύκολο να θυμόμαστε έναν απλό, απλούστατο κανόνα!

Όταν το –ο τονίζεται γράφεται με –ώ και όταν δεν τονίζεται γράφεται με –ο!

Έχουμε και λέμε, λοιπόν:

Παίζοντας (δεν τονίζεται άρα θέλει –ο)

Πηδώντας (τονίζεται άρα θέλει –ω)

Τρέχοντας (δεν τονίζεται άρα θέλει –ο)

Τραγουδώντας (τονίζεται άρα θέλει –ω)

Διαβάζοντας (δεν τονίζεται άρα θέλει –ο)

Μελετώντας(τονίζεται άρα θέλει –ω)

Πασχίζοντας (δεν τονίζεται άρα θέλει –ο)

Αγκομαχώντας (τονίζεται άρα θέλει –ω)

Μοναδική εξαίρεση είναι το Ποκαχόντας, αλλά αυτό δεν είναι μετοχή, ταινία είναι!

Πού και που – πώς και πως

Πότε βάζουμε τόνο στο που και στο πως, μου λέτε; Υπάρχουν κάποιοι που δεν βάζουν τόνο ποτέ, υπάρχουν κι άλλοι που βάζουν τόνο πάντα. Ε, λοιπόν και οι μεν και οι δε, κάνουν λάθος!

Ακούστε τι θέλω να πω κι ακούστε με καλά.

«Δε θυμάμαι πού έβαλα το βιβλίο που μου έδωσες».

Το πρώτο πού, επειδή ρωτάει θέλει τόνο.

Ενώ το δεύτερο που δεν ρωτάει, δεν θέλει.

 «Μου είπε πως θα έρθει, αλλά δεν ξέρει πώς».

Το πρώτο πως που δεν ρωτάει δεν θέλει τόνο, ενώ το δεύτερο που ρωτάει θέλει τόνο!

Το πού και το πώς είναι επιρρήματα που ρωτάνε. Και θέλουνε τόνο.

Το που είναι αντωνυμία (μπορεί να αντικατασταθεί με τη φράση «το οποίο») και το πως είναι σύνδεσμος (μπορεί να αντικατασταθεί με το «ότι»). Αυτά που δεν ρωτάνε δεν θέλουν τόνο!

Λοιπόν, το πού και το πώς αν ρωτάνε θέλουν τόνο. Σε κάθε άλλη περίπτωση είναι άτονα!

Απλός κανόνας, απλούστατος! Από δω και μπρος κανείς δεν θα κάνει λάθος πια στον τονισμό του πού και του πώς!

Πού και πού λέω και κάτι έξυπνο.

Πώς και πώς την περίμενα αυτή τη μέρα!

Παίρνω και περνώ

Δύο ρήματα που μοιάζουν και μας μπερδεύουν συχνά θα σας μάθω σήμερα. Παίρνω και περνώ!

Παίρνω τον έλεγχό μου, παίρνω άριστα, παίρνω το ποτήρι από το τραπέζι.

Αλλά περνώ απέναντι, περνά στην άλλη τάξη, από την πόρτα σου περνώ.

Λοιπόν, έχουμε και λέμε:

Παίρνω με –αι.

Περνώ, με –ε!

Μην τα μπερδεύετε και τα γράφετε ανάποδα γιατί αυτό είναι λάθος!!!

Ποτέ δεν γράφουμε παιρνώ απέναντι ούτε πέρνω άριστα γιατί το μόνο που θα πάρετε είναι μηδέν και δεν θα περάσετε την τάξη!

Έως και όχι εώς

Ακούω μερικούς που λένε συνέχεια εώς τις τρεις, εώς εδώ. Βάζουν τον τόνο λάθος κι αντί να πουν έως, λένε εώς. Μπερδεύονται, φαίνεται από το ως, που είναι το ίδιο πράγμα και βάζουν τον τόνο στο –ω αντί στο –ε!

Το «έως» ή το «ως» δηλώνει συνήθως το χρόνο ή τον τόπο. Λέμε «έως την Τετάρτη, θα έχω φύγει». «Από δω έως τη Λάρισα, ο δρόμος είναι καλός».

Και μπορούμε να χρησιμοποιούμε κι άλλες λεξούλες που έχουν την ίδια σημασία, όπως το μέχρι, ή το ίσαμε.

Λέμε, λοιπόν, έως τα μεσάνυχτα, ή ως τα μεσάνυχτα, ή μέχρι τα μεσάνυχτα, ή ίσαμε τα μεσάνυχτα. Το ίδιο είναι.

Κι αν θέλουμε να δηλώσουμε τον τόπο, μπορούμε να πούμε τα νερά έφτασαν έως την πόρτα, ή ως την πόρτα, ή μέχρι την πόρτα, ή ίσαμε την πόρτα!

Αλλά, ό,τι κι αν πούμε, ποτέ δεν τονίζουμε το έως στο –ω για να το κάνουμε εώς! Αυτό είναι λάθος. Κι αυτή είναι η δουλειά μου εδώ. Γι’ αυτό πληρώνομαι, για να σας μαθαίνω σωστά ελληνικά.

Οι κύριοι και όχι οι κύριοι κύριοι

Σ’ αυτό το μάθημα δε θα τα βάλω με σας, αλλά με τους μεγάλους, που πολλές φορές κάνουν χειρότερα λάθη από τους μικρούς. Έχω πάει σε συνέδρια κι ακούω να λένε από το μικρόφωνο «παρακαλούνται οι κύριοι κύριοι σύνεδροι να καθίσουν στις θέσεις τους», ή ακούω κανέναν δημοσιογράφο στην τηλεόραση να λέει « μετά το τέλος της ομιλίας του πρωθυπουργού οι κύριοι κύριοι βουλευτές το χειροκρότησαν θερμά!»

Πού ακούστηκε, σας ρωτάω, να λένε κύριοι κύριοι δυο φορές, ε; Ξέρω βέβαια πού κάνουν το λάθος κι από πού μπερδεύονται.

Όταν γράφουμε την λέξη κύριος, συνήθως χρησιμοποιούμε τη συντομογραφία της, αντί να τη γράφουμε ολόκληρη. Γράφουμε, φερ’ ειπείν, ο κ. Μπούρδαμπας. Όταν όμως θέλουμε να γράψουμε οι κύριοι βουλευτές, για να ξέρουμε να πούμε τη λέξη κύριος στον πληθυντικό, η συντομογραφία είναι κ.κ. και γράφουμε (μόνο γράφουμε) οι κ.κ. βουλευτές. Το γράφουμε μόνο για να ξέρουμε να πούμε «οι κύριοι» και δε λέμε ποτέ οι κύριοι κύριοι. Αυτό είναι λάθος. Είναι μια επανάληψη ηλίθια που δεν χρειάζεται.

Γι’ αυτό να το ξέρετε. Εσείς ποτέ δεν θα πείτε οι κύριοι κύριοι. Οι κύριοι, σκέτο, πληθυντικός αριθμός.

Η οδός, της οδού και όχι της οδός

Τις προάλλες συγχύστηκα πολύ. Ακούς εκεί! Πήρα ένα ταξάκι για να πάω στην ΕΡΤ όπου είχα γύρισμα και με ρωτάει ο ταξιτζής «Πού πάει ο κύριος;», «Μεσογείων», λέω. «Α, στην οδός Μεσογείων!», μου λέει.

Εκεί κατέβηκα από το ταξί!

Γιατί κατέβηκα; Πρώτον γιατί η Μεσογείων δεν είναι οδός αλλά λεωφόρος και δεύτερον γιατί ο ταξιτζής δεν ήξερε ελληνικά. Ακούς εκεί «στην οδός»!

Η «οδός», αγαπητά μου παιδιά, κλίνεται, δεν είναι άκλιτη.

Δεν λέμε ποτέ η οδός της οδός την οδός, αλλά η οδός, της οδού, στην οδό! Κι όταν ακούω όλους αυτούς γύρω μου να λένε συνέχεια και χωρίς να κοκκινίζουν μάλιστα, πάω στην «οδός Αμερικής», η Ομήρου είναι κάθετος της «οδός Πανεπιστημίου» με πιάνουν τα διαόλια μου.

Λοιπόν, εγώ θα σας το γράψω για να τελειώνουμε μια και καλή μ’ αυτή την αθλιότητα, ακούς εκεί η οδός της οδός την οδός!

 η οδός

της οδού

την οδό

 οι οδοί

των οδών

τις οδούς

Επαναλαμβάνω και όχι ξαναεπαναλαμβάνω

Θυμάμαι, σ’ ένα από τα πρώτα μας μαθήματα, σας είχα πει για μια υπερβολή που κάνουν κάποιοι κι αντί να πουν σκέτο ο καλύτερος, ή ο πιο καλός, λένε ο πιο καλύτερος. Μια άλλη υπερβολή είναι αυτή που κάνουν πολλοί, για να μην πω σχεδόν όλοι, όταν λένε « σ’ το ξαναεπαναλαμβάνω».

Τι θα πει ξανα- επαναλαμβάνω, μου λέτε; Αφού το ρήμα επαναλαμβάνω, από μόνο, του σημαίνει «το λέω άλλη μια φορά, ξανάλεω», τι χρειάζεται το ξανά;

Ή θα πούμε το ξαναλέω, ή θα πούμε το επαναλαμβάνω.

Ξαναεπαναλαμβάνω δεν υπάρχει.

Γιατί αν υπήρχε, θα υπήρχε βέβαια και η ξαναεπανάληψη. Και σας ρωτάω, εσείς κάνετε ποτέ στο σχολείο σας ξαναεπανάληψη; Όχι, βέβαια. Επανάληψη κάνετε, το ξέρω, όχι όμως ξαναεπανάληψη!

Το ρήμα είναι επαναλαμβάνω σκέτο χωρίς το «ξανά»!

Θέλετε να το επαναλάβω; Δε θα το επαναλάβω, αλλά θα το εξηγήσω, όσο μπορώ. Το «επαν-» είναι ένα συνθετικό που σημαίνει επανάληψη αυτού που ακολουθεί στο δεύτερο συνθετικό της λέξης. Δηλαδή: επαναπροσλαμβάνω, ξαναπροσλαμβάνω, επανασυνδέω, ξανασυνδέω, επανατοποθετώ, τοποθετώ ξανά, επαναφέρω, ξαναφέρνω, επανεξετάζω, ξαναεξετάζω, επανέρχομαι ξαναέρχομαι. Καταλαβαίνετε, ελπίζω, τώρα ότι το να λέμε ξαναεπαναλαμβάνω είναι μια υπερβολή είναι σα να λέμε θα το ξαναξαναπώ!

Επαναλαμβάνω και ποτέ ξαναεπαναλαμβάνω!

Ο τοίχος, η τύχη, το τείχος

Η ελληνική γλώσσα σας το έχω πει πολλές φορές είναι πανέμορφη. Δεν λέω, έχει τις δυσκολίες της, αλλά αν είμαστε καλοί μαθητές και τη μάθουμε καλά, αυτό θα είναι υπέροχο! Στην ελληνική γλώσσα υπάρχουν πολλές λέξεις που ακούγονται σχεδόν ίδιες, αλλά δεν είναι. Κι έχω ένα τρανό παράδειγμα που το χρησιμοποιώ εδώ και πολλά χρόνια με όλους τους μαθητές μου, σ’ όλη την Ελλάδα.

Θα σας το γράψω για άσκηση. Πάρτε κι εσείς, χαρτί και μολύβι κι αντιγράψτε ό,τι γράφω.

Έχουμε και λέμε!

ο τοίχος              η τύχη                 το τείχος

του τοίχου          της τύχης           του τείχους

τον τοίχο            την τύχη             το τείχος

 οι τοίχοι              οι τύχες               τα τείχη

των τοίχων        των τυχών                   των τειχών

τους τοίχους      τις τύχες             τα τείχη

Παρατηρήστε πόσο διαφορετικά γράφονται και πώς από την ορθογραφία και τον τονισμό τους, οι τρεις αυτές λέξεις ξεχωρίζουν μεταξύ τους.

Επίλογος

Στα μαθήματα που σας έκανα, μάθαμε, νομίζω, αρκετά πράγματα. Μάθαμε ποια είναι τα συνηθισμένα λάθη που κάνουμε καθώς χρησιμοποιούμε τη γλώσσα μας, και πώς να τα διορθώνουμε. Μάθαμε την σωστή ορθογραφία λέξεων που συνήθως γράφουμε λάθος. Μάθαμε ένα σωρό πράγματα. Όμως, δεν αρκεί ένας δάσκαλος μόνο για να μάθετε σωστά τα ελληνικά, που είναι η ομορφότερη γλώσσα στον κόσμο. Πρέπει να κάνετε κι εσείς προσπάθειες. Και δε μιλάω για δύσκολες προσπάθειες, αλλά για διασκέδαση. Ποια είναι αυτή, θα με ρωτήσετε. Σας απαντώ απλά: Το διάβασμα. Λοιπόν, όταν έχετε λίγο ελεύθερο χρόνο πάρτε να διαβάσετε ένα βιβλίο. Όχι σχολικό βιβλίο, μη με παρεξηγήσετε. Πάρτε ελληνική λογοτεχνία. Πολλοί σπουδαίοι έλληνες συγγραφείς έχουν γράψει βιβλία για παιδιά. Μη με ρωτήσετε να σας πω εγώ ποια είναι τα καλά βιβλία. Μπείτε στο βιβλιοπωλείο της γειτονιάς σας και ρωτήστε το βιβλιοπώλη να σας πει ποια ελληνικά βιβλία σας προτείνει. Τα κυριακάτικα απογεύματα του χειμώνα ή τα μεσημέρια του καλοκαιριού, τότε που οι μεγάλοι κοιμούνται, εσείς καθίστε αναπαυτικά στην πολυθρόνα σας και ρίξτε το στο διάβασμα. Διαβάστε τουλάχιστον 5-10 βιβλία ελλήνων συγγραφέων μέσα σ’ ένα χρόνο. Και θα με θυμηθείτε. Σε λίγο καιρό, θα είστε άλλοι άνθρωποι.

Έχουμε μια σπουδαία γλώσσα και πρέπει να τη μιλάμε και να τη γράφουμε σωστά!

Χαίρετε!